Στο 1ο Συνέδριο Κτηματολόγιο & Ψηφιακή Διαχείριση Ιδιοκτησίας που διοργανώθηκε από τη Νομική Βιβλιοθήκη την Τετάρτη, 25 Ιουνίου 2025, έμπειροι δικηγόροι και μία τοπογράφος παρουσίασαν αναλυτικά, σε ένα πλήρως επεξηγηματικό και διαφωτιστικό panel με συντονίστρια την Κωνσταντία Εμμανουηλίδου, Αρεοπαγίτη, Βασική Διδάσκουσα στην ΕΣΔΙ (Εθνική Σχολή Δικαστών), ποιες διαδικασίες προβλέπει ο νόμος και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να γίνει η διόρθωση των εσφαλμένων κτηματολογικών εγγραφών και στοιχείων είτε μέσω άσκησης αγωγής είτε μέσω εξωδικαστικής αίτησης ή κτηματολογικής διαμεσολάβησης. Με μια περιεκτική και θεσμικά στοχευμένη ομιλία, η Ελεονώρα Ανδρεδάκη, Δικηγόρος και Προϊσταμένη της Νομικής Διεύθυνσης του Ελληνικού Κτηματολογίου, ξεκίνησε τη συζήτηση του panel παρουσιάζοντας τις πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές στη διαδικασία της κτηματογράφησης ενόψει ολοκλήρωσης της κτηματογράφησης της χώρας. Στο πλαίσιο της επερχόμενης ολοκλήρωσης του έργου, στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη διασφάλισης της νομικής ασφάλειας των εγγραφών, στην απλοποίηση των διαδικασιών διόρθωσης και στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τον θεσμό. Υπογραμμίζοντας τον ρόλο των εξωδικαστικών μηχανισμών και τη σημασία των νέων εργαλείων για την ηλεκτρονική υποβολή και την αξιολόγηση των στοιχείων, ανέφερε ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές συνθέτουν ένα νέο τοπίο, όπου το Κτηματολόγιο δεν είναι απλώς ένα εργαλείο καταγραφής, αλλά πυλώνας χωρικής ασφάλειας και ανάπτυξης. Δικαστική διόρθωση πρώτων κτηματολογικών εγγραφώνΟ Κωνσταντίνος Πλιάτσικας, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ, αναφέρθηκε αναλυτικά στο άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 2664/1998, το οποίο ρυθμίζει την ειδική αγωγή για τη δικαστική διόρθωση των πρώτων κτηματολογικών εγγραφών, σε περίπτωση που διαπιστώνεται ανακρίβεια στο δικαίωμα, στον δικαιούχο, στο ιδιοκτησιακό αντικείμενο ή κάθε πρόσθετη πληροφορία. Η αγωγή διόρθωσης πρώτης εγγραφής στο Κτηματολόγιο αποτελεί τον βασικό δικονομικό μηχανισμό μέσω του οποίου προστατεύεται ο πολίτης από την ανακρίβεια της πρώτης εγγραφής. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, που έχει υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις προς ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, προβλέπει με αυστηρότητα και σαφήνεια τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία για την άσκηση της σχετικής αγωγής. Η φύση της αγωγής και πότε ασκείταιΗ αγωγή μπορεί να είναι είτε αναγνωριστική είτε καταψηφστική και αποσκοπεί στη δικαστική αναγνώριση του ουσιαστικού εμπράγματου δικαιώματος που προσβάλλεται με την ανακριβή πρώτη εγγραφή, καθώς και στη διόρθωση της εγγραφής στο Κτηματολόγιο, είτε πλήρως είτε μερικώς. Νομιμοποιείται προς άσκηση όποιος έχει έννομο συμφέρον, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει παρέλθει η αποκλειστική προθεσμία εντός της οποίας μπορεί να κινηθεί η διαδικασία. Η εκδίκαση υπάγεται στη νέα τακτική διαδικασία, αν και κατά τον εισηγητή δεν θα έπρεπε, γιατί εξετάζονται μάρτυρες, οπότε θα ήταν καταλληλότερο να θεσπιζόταν ταχεία διαδικασία κατά τα πρότυπα 591 επ. ΚΠολΔ. Αποκλειστική προθεσμίαΗ αγωγή πρέπει να ασκηθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του έτους μέσα στο οποίο συμπληρώνονται 8 έτη από την έναρξη της προθεσμίας. Η έναρξη αυτή τοποθετείται κατά τον χρόνο δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Δ.Σ. του Φορέα του Κτηματολογίου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3. Πρόκειται για απόλυτη, αποκλειστική προθεσμία, πέραν της οποίας το δικαίωμα χάνεται οριστικά. Ενάγοντες και εναγόμενοιΤην αγωγή νομιμοποιείται να ασκήσει όποιος έχει έννομο συμφέρον, στρεφόμενος κατά του φερόμενου ως δικαιούχου στην πρώτη εγγραφή ή των καθολικών του διαδόχων. Αν έχει υπάρξει ειδική διαδοχή, η αγωγή πρέπει να στραφεί υποχρεωτικά και κατά των ειδικών διαδόχων, εκτός από τον αρχικό δικαιούχο. Ειδική πρόβλεψη υπάρχει για την περίπτωση όπου στην εγγραφή αναφέρεται εκκρεμής αίτηση διόρθωσης προς τις Επιτροπές του άρθρου 7Α του ν. 2308/1995: η αγωγή τότε στρέφεται και κατά του αιτούντος τη διόρθωση, ενώ με την κατάθεση της αγωγής τερματίζεται αυτοδικαίως η εκκρεμής διοικητική διαδικασία. Τι συμβαίνει στην περίπτωση που αποβιώσει ο εναγόμενοςΟ νόμος, με διάταξη κατά παρέκκλιση, επιτρέπει τη νόμιμη άσκηση της αγωγής ακόμη και αν ο εναγόμενος έχει αποβιώσει πριν από την κατάθεση ή την επίδοσή της, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή έχει καταχωριστεί εμπρόθεσμα στο κτηματολογικό φύλλο. Στην περίπτωση αυτή, προβλέπεται ειδική διαδικασία διακοπής της δίκης με δήλωση του ενάγοντος και επανάληψής της κατά τους κανόνες του ΚΠολΔ (άρθρα 289-292). Κρίσιμη η καταχώριση στο κτηματολογικό φύλλοΗ κατάθεση και καταχώριση της αγωγής στο κτηματολογικό φύλλο έχει καθοριστική σημασία: θεωρείται ότι νομιμοποιεί πλήρως την άσκηση της αγωγής, ακόμη και αν υπάρχουν τυπικές ελλείψεις (π.χ. προηγούμενος θάνατος εναγόμενου), εξασφαλίζοντας έτσι την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της διαδικασίας. Κατάργηση ειδικών διατάξεων για το ΔημόσιοΤέλος, η νομοθεσία προβλέπει ότι όταν ο εναγόμενος είναι το Ελληνικό Δημόσιο, δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 8 του α.ν. 1539/1938, η οποία απαιτούσε διατυπώσεις πριν την έγερση αγωγής κατά του Δημοσίου, αίροντας έτσι μια ιδιαίτερη δικονομική επιβάρυνση που ίσχυε στο παρελθόν. Δικαστική διόρθωση αρχικής εγγραφής «αγνώστου ιδιοκτήτη»Στη συνέχεια του πολύ ενδιαφέροντος panel, η Μάρα Ν. Ράμμου, Πρωτοδίκης Κορίνθου, ΜΔΕ, D.E.A., Υπ. ΔΝ., παρουσίασε αναλυτικά τα ένδικα βοηθήματα του άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 2664/1998 που αποτελούν κρίσιμο πυλώνα για τη διασφάλιση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων που απειλούνται από παραλείψεις ή ελλείψεις της κτηματογράφησης. Πρόκειται για μια ιδιότυπη διαδικασία που διαφέρει ουσιωδώς από τη συνήθη δικαστική διόρθωση και εστιάζει στη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή, πριν την ανάγκη προσφυγής στο ακροατήριο μέσω αγωγής. Αίτηση αντί για αγωγήΌταν η αρχική εγγραφή χαρακτηρίζεται ως «άγνωστου ιδιοκτήτη», ο ενδιαφερόμενος που επικαλείται εγγραπτέο δικαίωμα μπορεί να προσφύγει με αίτηση ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή (ή του Μονομελούς Πρωτοδικείου μέχρι τον διορισμό του πρώτου), ακολουθώντας τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η αίτηση πρέπει να κοινοποιηθεί εντός 20 ημερών στο Ελληνικό Δημόσιο και να καταχωριστεί στο κτηματολογικό φύλλο, άλλως είναι απαράδεκτη. Τα ίδια ισχύουν και για κύριες παρεμβάσεις καθώς και για μεταγενέστερες αιτήσεις, που πρέπει να κοινοποιούνται στους προηγούμενους αιτούντες. Σε περίπτωση τελεσίδικης αποδοχής της αίτησης, η εγγραφή διορθώνεται. Εάν η αίτηση απορριφθεί, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ακολουθώντας την προαναφερόμενη διαδικασία της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου για την άσκηση αγωγής. Η άσκηση της αίτησης διακόπτει την προθεσμία για την αγωγή, η οποία συνεχίζεται μόνο εάν ο αιτών παραιτηθεί ή απορριφθεί τελεσιδίκως η αίτηση, και μόνο εφόσον ασκήσει την αγωγή εντός έξι μηνών από τότε. Ειδικές περιπτώσεις: μερική εγγραφή ή χρησικτησίαΗ διαδικασία διαφοροποιείται όταν η εγγραφή είναι μερικώς υπέρ αγνώστου ιδιοκτήτη και μερικώς υπέρ τρίτου. Στην περίπτωση αυτή, η διαδικασία γίνεται μόνο με αγωγή, η οποία απευθύνεται κατά του Δημοσίου και κατά του τρίτου που αναγράφεται ως δικαιούχος. Ομοίως, όταν ο αιτών επικαλείται ως τίτλο την έκτακτη χρησικτησία, η διόρθωση γίνεται με αγωγή και όχι αίτηση, εκτός εάν πρόκειται για οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία, οπότε προβλέπεται η δυνατότητα αίτησης ακόμα και με τίτλο κτήσης τη χρησικτησία. Εξωδικαστική διόρθωση πρώτων κτηματολογικών εγγραφώνΗ Μαρία Πιτσάκη, Δικηγόρος Αθηνών, περιέγραψε τη δυνατότητα εξωδικαστικής διόρθωσης των αρχικών εγγραφών που περιλαμβάνει διοικητικού χαρακτήρα διαδικασίες, οι οποίες επιχειρούν να προσφέρουν ένα ταχύτερο και λιγότερο δαπανηρό μέσο διόρθωσης, χωρίς να απαιτείται η προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια. Οι βασικές νομικές βάσεις της εξωδικαστικής διόρθωσης εντοπίζονται στα άρθρα 18 (πρόδηλα σφάλματα), 6 παρ. 4 (οίκοθεν διόρθωση), 19 παρ. 2 (γεωμετρική μεταβολή), 19 παρ. 4 και 5 (δασικές εκτάσεις) του ν. 2664/1998. Τι είδους λάθη διορθώνονται εξωδικαστικάΟι αιτήσεις διόρθωσης μπορούν να αφορούν μεμονωμένα ή και σωρευτικά: το πρόσωπο του δικαιούχου, το είδος του δικαιώματος, τα στοιχεία του γεωτεμαχίου ή του τίτλου, την εσφαλμένη αντιστοίχιση ΚΑΕΚ (π.χ. απόδοση σε λάθος θέση), και συνδυαστικά, περιπτώσεις πρόδηλου σφάλματος με γεωμετρική μεταβολή. Διόρθωση πρόδηλων σφαλμάτωνΠρόκειται για τη βασική διοικητική οδό διόρθωσης λαθών εγγραφής που ρυθμίζεται στο άρθρο 18 του ν. 2664/1998. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί ηλεκτρονικά ή δια ζώσης. Νομιμοποιούνται: οι δικαιούχοι, τρίτοι με έννομο συμφέρον (όπως δανειστές ή διάδοχοι), συμβολαιογράφοι (μόνο αν έπεται καταχώριση πράξη τους), ο Προϊστάμενος Κτηματολογικού Γραφείου (αυτεπαγγέλτως), ο Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης (κατόπιν αιτήματος ή αυτεπαγγέλτως). Ειδικά για περιπτώσεις αγνώστου ιδιοκτήτη, απαιτείται επίδοση της αίτησης στο Δημόσιο, με προσκόμιση της έκθεσης επίδοσης στο Κτηματολογικό Γραφείο. Εξαιρέσεις στην υποχρέωση επίδοσης ισχύουν αν: ο τίτλος έχει ήδη καταχωριστεί στο κτηματολογικό φύλλο, πρόκειται για δημόσιο παραχωρητήριο, ο τίτλος αφορά οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία ή ακίνητο εντός σχεδίου. Η προθεσμία απάντησης του Δημοσίου είναι 60 ημέρες, ενώ η απόφαση του Προϊσταμένου πρέπει να εκδοθεί εντός 30 εργασίμων ημερών. Η άπρακτη παρέλευση δεν συνιστά σιωπηρή απόρριψη, ενώ της απόφασης προβλέπεται προσφυγή εντός 30 ημερών. Οίκοθεν διόρθωση λόγω ήδη καταχωρισμένων τίτλωνΤο άρθρο 6 παρ. 4 του ν. 2664/1998 καλύπτει περιπτώσεις όπου πριν από την κτηματογράφηση είχε επέλθει μεταβίβαση, κατάργηση, επιβάρυνση ή αλλοίωση δικαιώματος μέσω ήδη καταχωρημένων στο Υποθηκοφυλακείο πράξεων. Εφόσον δεν υπάρχει ασυμβίβαστη εγγραφή στο φύλλο, επιτρέπεται αίτηση. Η αίτηση συνοδεύεται από τίτλο και πιστοποιητικό μεταγραφής ή ισοδύναμη δικηγορική βεβαίωση και απόσπασμα διαγράμματος. Ειδικές ρυθμίσεις για δασικά ακίνηταΓια τα δασικά ακίνητα προβλέπεται στο άρθρο 19 παρ. 4 του ν. 2664/1998 ότι για περιοχές χωρίς κυρωμένο δασικό χάρτη απαιτείται απόφαση επιτροπής επί αντιρρήσεων ή πράξη Δασάρχη. Από την άλλη, σε περιοχές με κυρωμένο χάρτη (άρθρο 19 παρ. 5) η αίτηση διόρθωσης μπορεί να εφαρμοστεί μόνο αν σωρευτικά: δικαιούχος είναι το Δημόσιο ή Διεύθυνση Δα η περιοχή έχει εξαιρεθεί ή υπάρχει απόφαση επί αντιρρήσεων με παρέλευση 2 μηνών υπάρχει τίτλος μεταγραμμένος πριν ή σύντομα μετά την κτηματογράφηση η εγγραφή βασίζεται αποκλειστικά στο τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου ή σε παλαιές δικαστικές αποφάσεις του 19ου αιώνα. Τυπικές και τεχνικές προϋποθέσειςΣε κάθε περίπτωση, η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από: αντίγραφο τίτλου, πιστοποιητικό μεταγραφής ή ισοδύναμο δικηγορικό έγγραφο, τοπογραφικό διάγραμμα όπου απαιτείται (ιδίως σε γεωμετρικές μεταβολές), ηλεκτρονική υποβολή διαγράμματος και αποδεικτικό, επί ποινή απαραδέκτου. Οι δασικές υπηρεσίες έχουν ιδιαίτερο καθεστώς: προσκομίζουν διάγραμμα από τον δασικό χάρτη και γεωμετρικό διάγραμμα από το Κτηματολόγιο. Η διόρθωση γεωμετρικών στοιχείωνΕιδικά για τη διόρθωση γεωμετρικών στοιχείων, η Δέσποινα Ανδρουλάκη, Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Ε.Μ.Π., ανέλυσε στην εισήγησή της ότι η διαδικασία βασίζεται στη σύνταξη και την υποβολή Τοπογραφικού Διαγράμματος Γεωμετρικών Μεταβολών (ΤΔΓΜ) και έχει πλέον θεσμικά εξοπλιστεί με νέο, πλήρως ψηφιοποιημένο κανονιστικό πλαίσιο, βάσει του νόμου 5142/2024. Το περιεχόμενο του Τοπογραφικού ΔιαγράμματοςΤο τοπογραφικό διάγραμμα, όπως προβλέπεται, περιλαμβάνει: Αποτύπωση έκτασης με κτίσματα και λοιπές κατασκευές Όρια και εμβαδά του γεωτεμαχίου και των επί μέρους τμημάτων του Συντεταγμένες κορυφών σε ΕΓΣΑ ’87 Εμπλεκόμενα ΚΑΕΚ και όμορες ιδιοκτησίες Οδοποιία, υδατορέματα, οριογραμμές αιγιαλού/παραλίας/δασικών εκτάσεων Όροι δόμησης και ρυμοτομίας Απεικόνιση της θέσης της έκτασης σε υπόβαθρο Χωρικές μεταβολές στα κτηματολογικά διαγράμματα και η τελική τους αποτύπωση Δήλωση μηχανικού για την τεχνική επάρκεια και εφαρμοσιμότητα Η υποβολή γίνεται ηλεκτρονικά, με αυτόματη λήψη Κωδικού Ηλεκτρονικού Διαγράμματος (ΚΗΔ), ο οποίος συνοδεύεται από «Αναφορά Εφαρμογής» του Εθνικού Κτηματολογίου. Η νέα διαδικασία διόρθωσης γεωμετρικών στοιχείωνΟ νόμος 5142/2024 εισάγει δομημένη και διαφανή διαδικασία, με συμμετοχή των πιστοποιημένων μηχανικών κτηματολογίου (ΠΜΚ) και πολλαπλά στάδια ελέγχου και ενστάσεων. Η αίτηση καταχωρίζεται ηλεκτρονικά στα Κτηματολογικά Φύλλα (ΚΦ) των επηρεαζόμενων ακινήτων και ο αιτών οφείλει να κοινοποιήσει εντός 20 ημερών την αίτηση στους όμορους δικαιούχους και συγκύριους. Οι επηρεαζόμενοι μπορούν να συναινέσουν ή να υποβάλουν αντιρρήσεις εντός 30 ημερών. Αν δεν εκφραστούν αντιρρήσεις, η συναίνεση τεκμαίρεται και εκδίδεται απόφαση από το Ελληνικό Κτηματολόγιο, που καταχωρίζεται προσωρινά. Αντιρρήσεις κατά της απόφασης αυτής υποβάλλονται εντός 2 μηνών στον Κτηματολογικό Δικαστή. Αν υπάρχουν αντιρρήσεις, ο φάκελος ανατίθεται μέσω αλγοριθμικής κλήρωσης σε Πιστοποιημένο Μηχανικό Κτηματολογίου, ο οποίος εκδίδει τεκμηριωμένη απόφαση, που κοινοποιείται σε όλους τους εμπλεκομένους. Αν η προθεσμία για προσφυγή παρέλθει άπρακτη, η απόφαση ενσωματώνεται οριστικά στο Κτηματολόγιο. Αν κατά της απόφασης του πιστοποιημένου μηχανικού υποβληθεί προσφυγή εντός 30 ημερών, εξετάζεται από δευτεροβάθμιο όργανο κρίσης. Η νέα απόφαση κοινοποιείται και μπορεί επίσης να προσβληθεί ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή εντός 2 μηνών. Καίριο το αποδεικτικό υποβολής και η δήλωση μηχανικούΤο αποδεικτικό ηλεκτρονικής υποβολής αποτελεί προϋπόθεση παραδεκτού, ενώ η δήλωση του μηχανικού για τη δυνατότητα τεχνικής εισαγωγής της μεταβολής αποτελεί πυλώνα νομιμότητας της όλης διαδικασίας. Η ποιότητα και ακρίβεια του τοπογραφικού διαγράμματος είναι, εν τέλει, το μέσο με το οποίο εξασφαλίζεται η γεωχωρική ακεραιότητα του Εθνικού Κτηματολογίου. Κτηματολογική διαμεσολάβηση για τη διόρθωση κτηματολογικών εγγραφώνΗ Νατάσα Δ. Γκούμα, Δικηγόρος παρ΄ Αρείω Πάγω, Κτηματολογική Διαμεσολαβήτρια, ΜΔΕ Κτηματολογικό Δίκαιο ΑΠΘ, μίλησε στην εισήγησή της για την εισαγωγή της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης πριν την έγερση της αγωγής για τη διόρθωση των κτηματολογικών εγγραφών, με στόχο την ταχύτερη επίλυση και την αποφόρτιση των δικαστηρίων. Προϋπόθεση παραδεκτού η υποχρεωτική διαμεσολάβησηΠριν από τη συζήτηση της αγωγής, ο ενάγων υποχρεούται να προσκαλέσει όλους τους εναγόμενους, εκτός από όσους είναι αγνώστου διαμονής, σε υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, άλλως η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Η πρόσκληση μπορεί να γίνει μέσω της αγωγής ή με ιδιαίτερο δικόγραφο, ενώ η συνεδρία λαμβάνει χώρα ενώπιον πιστοποιημένου Κτηματολογικού Διαμεσολαβητή, εγγεγραμμένου στο ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο που τηρείται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης του ν. 4640/2019. Έννομες συνέπειεςΣε περίπτωση αδικαιολόγητης μη εμφάνισης των εναγόμενων, το δικαστήριο επιβάλλει αυξημένη δικαστική δαπάνη. Εφόσον επιτευχθεί συμφωνία, το πρακτικό διαμεσολάβησης καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο και επέρχεται διόρθωση της εγγραφής. Ειδικά όταν η αγωγή περιλαμβάνει και γεωμετρικές μεταβολές, το πρακτικό πρέπει επί ποινή ακυρότητας να συνοδεύεται από: τοπογραφικό διάγραμμα γεωμετρικών μεταβολών, και αποδεικτικό ηλεκτρονικής υποβολής του στο πληροφοριακό σύστημα του Κτηματολογίου. Νομική φύση και ισχύς του πρακτικού διαμεσολάβησηςΓια το περιεχόμενο, τη διαδικασία και τη νομική ισχύ του πρακτικού διαμεσολάβησης εφαρμόζονται κατά αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 3 και άρθρου 7 του ν. 4640/2019 καθώς και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 8 του ίδιου νόμου. Συνεδρία διαμεσολάβησης, διέπεται από εμπιστευτικότητα: δεν τηρούνται πρακτικά, και όσα συζητούνται δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποδεικτικά στο δικαστήριο. Το πρακτικό που παράγεται, όμως, φέρει αυξημένο αποδεικτικό κύρος, όταν καταλήγει σε συμφωνία. Όταν από τη διαμεσολάβηση προκύψει συμφωνία, τότε το σχετικό πρακτικό υπογράφεται από όλα τα μέρη και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο και καθίσταται εκτελεστός τίτλος, ισοδύναμος με δικαστική απόφαση. Στην πράξη, το πρακτικό μπορεί να οδηγήσει σε διόρθωση της εγγραφής στο Κτηματολόγιο, κατάργηση εκκρεμούς δίκης και παρεμπόδιση άσκησης νέας αγωγής για το ίδιο αντικείμενο λόγω δεδικασμένου. Η καταχώριση του πρακτικού διαμεσολάβησης στο κτηματολογικό φύλλο, εφόσον επιτευχθεί συμφωνία έχει διορθωτικό χαρακτήρα για την εγγραφή, λειτουργεί ως πλήρης εξώδικη αναγνώριση εμπράγματου δικαιώματος, δεσμεύει όλα τα μέρη που μετείχαν στη συνεδρία και υπέγραψαν το πρακτικό, και τυγχάνει δημόσιας πίστης, όπως κάθε καταχώριση στο Κτηματολόγιο. Υποχρεωτική συμμετοχή Δημοσίου και δημοσίων φορέωνΚατά παρέκκλιση των αντίθετων διατάξεων του ν. 4640/2019, όταν η διαφορά αφορά το Ελληνικό Δημόσιο, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, η συμμετοχή στην Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία είναι δεσμευτική. Η εκπροσώπησή τους γίνεται από λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έμμισθους νομικούς συμβούλους ή δικηγόρους με ειδικό πληρεξούσιο. Οι εκπρόσωποι υπογράφουν όλα τα πρακτικά διαμεσολάβησης (έναρξης, περάτωσης, συμφωνίας ή μη συμφωνίας). Ιδιαίτερα, οι λειτουργοί του ΝΣΚ δικαιούνται να συμμετάσχουν μέσω τηλεδιάσκεψης, εκτός αν ζητήσουν έγγραφα φυσική παρουσία. Ωστόσο, όπως επεσήμανε και η συντονίστρια του panel, Κ. Εμμανουηλίδου,οι παραπάνω διατάξεις σχετικά με το Δημόσιο και τους δημόσιους φορείς είναι πρακτικά ανεφάρμοστες, καθώς ο νομικός σύμβουλος του ΝΣΚ ή των ΟΤΑ δεν επιτρέπεται να προχωρήσει σε συμβιβασμό. Επιπλέον, η εισηγήτρια αναφέρθηκε και στην περίπτωση αποτυχίας της κτηματολογικής διαμεσολάβησης, επισημαίνοντας ότι επικρατεί ανασφάλεια ως προς τις προθεσμίες έναρξης και λύσης, οπότε στην πράξη επιλέγεται η παράλληλη τήρηση του κτηματολογικού νόμου και της τακτικής διαδικασίας, κάτι που φυσικά αντί να διευκολύνει τη διαδικασία, επιβαρύνει περαιτέρω τους διαδίκους. Από την Αλεξιάννα Τσότσουπηγή news.b2green.gr
View full Άρθρου
Recommended Comments
Δημιουργήστε έναν λογαριασμό ή συνδεθείτε για να σχολιάσετε